ΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ, ΔΕ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΟΤΑΝ ΠΕΘΑΝΕΙΣ

(ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ)

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Η γνώση του Θεού κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά


Μητροπολίτη Ναυπάκτου π. Ιεροθέου Βλάχου, Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία
ΟΟΔΕ

Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία[...] Η ένωση αυτή του ανθρώπου με τον Θεό γίνεται όταν έλθη ο Παράκλητος (το Άγιο Πνεύμα) στον προσευχόμενο, που κάθεται στο υπερώο των φυσικών ακροτήτων και αναμένει την επαγγελία του Θεού, και τον αρπάζει στην θεωρία του ακτίστου Φωτός. Η έλλαμψη του Θεού είναι εκείνη που δείχνει την ένωση του Θεού με τον άνθρωπο.

Η όραση, η θέωση και η ένωση με τον Θεό είναι εκείνα που προσφέρουν την υπαρξιακή γνώση του Θεού στον άνθρωπο. Τότε ο άνθρωπος αποκτά την πραγματική γνώση του Θεού. Η θεοποιός δωρεά του Παναγίου Πνεύματος που είναι Φως απόρρητο καθιστά θείο φως αυτούς που την απέκτησαν και όχι μόνον τους γεμίζει με το αΐδιο Φως «αλλά και γνώσιν και ζωήν θεοπρεπή χαρισάμενη» (σελ. 634). Ο άνθρωπος σ’ αυτήν την κατάσταση αποκτά την γνώση του Θεού.

Στην διδασκαλία του Βαρλαάμ ότι ο Θεός γνωρίζεται από τους θεωρητικότατους από όλα τα όντα, δηλαδή από τους φιλοσόφους, και ότι η γνώση του Θεού «διά νοεράς φωτοφανείας... ουδαμώς εστιν αληθής» (σελ. 564), ο άγιος Γρηγόριος απαντά ότι «ουκ εκ των όντων μόνον ο Θεός γινώσκεται, αλλά και εκ των καθ’ υπεροχήν μη όντων, τουτέστι των ακτίστων, προς δε και δια φωτός αιωνίου και των όντων πάντων υπερανωκισμένου». Αυτή η γνώση προσφέρεται από τώρα στους αξίους δια του ακτίστου Φωτός εν είδει αρραβώνος «και κατά το άληκτον αιώνα περιαυγάζοντας αυτούς αλήκτως». Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η θεωρία των αγίων είναι αληθινή, «και ο μη αληθή λέγων ταύτην Θεού θείας γνώσεως εκπέπτωκεν» (σελ. 564-566). Έτσι όποιος παραγνωρίζει και παραθεωρεί την θεωρία του Θεού, που προσφέρει την αληθινή γνώση, αυτός εκπίπτει από την θεία γνώση, αγνοεί στην πραγματικότητα τον Θεό.

Αυτά δείχνουν ότι η όραση του Θεού, η θέωση, η ένωση και η γνώση του Θεού είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Δεν μπορούν να νοηθούν ανεξάρτητα. Η διάσπαση αυτής της ενότητος απομακρύνει τον άνθρωπο από την γνώση του Θεού. Η βάση της ορθοδόξου γνωσιολογίας είναι η έλλαμψη και αποκάλυψη του Θεού μέσα στην κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου.

Όπως φάνηκε αυτή η θεογνωσία είναι πέρα από την ανθρώπινη γνώση. Η θεωρία (=θέα, όραση) του ακτίστου Φωτός είναι υπέρβαση πάσης γνωστικής ενεργείας και γίνεται «υπέρ όρασιν και γνώσιν» (σελ. 508). Επειδή η θεωρία του ακτίστου Φωτός προσφέρεται στις καρδιές των πιστών και των τελείων, γι’ αυτό και «υπερέχει του φωτός της γνώσεως» (σελ. 448). Και δεν υπερέχει μόνον του φωτός της ανθρωπίνης γνώσεως «της από των ελληνικών μαθημάτων», αλλά το Φως της θεωρίας αυτής διαφέρει και «της από των θείων Γραφών γνώσεως», αφού το φως των Γραφών παρομοιάζεται με λύχνο που φέγγει σε τόπο σκοτεινό, ενώ η θεωρία του ακτίστου Φωτός μοιάζει με το άστρο το λαμπρό που λάμπει την ημέρα, δηλαδή με τον ήλιο, «εν ημέρα λάμποντι φωσφόρω, ος εστιν ο ήλιος» (σελ. 448). Η Χάρη της θεώσεως είναι υπέρ φύσιν αρετή και υπέρ την ανθρώπινη γνώση (σελ. 616).

Η θεωρία του ακτίστου Φωτός και η εξ αυτής προερχομένη γνώση δεν είναι εξέλιξη της λογικής δυνάμεως, δεν είναι τελείωση της λογικής φύσεως, όπως ισχυριζόταν ο Βαρλαάμ, αλλά είναι υπεράνω της λογικής. Είναι γνώση που προσφέρεται από τον Θεό στους καθαρούς στην καρδιά. Εκείνος που ισχυρίζεται ότι το θεοποιό δώρο είναι εξέλιξη της λογικής φύσεως, αυτός αντιτίθεται στο Ευαγγέλιο του Χριστού. Εάν ήταν φυσικό δώρο η θέωση, τότε όλοι έπρεπε να ήταν Θεοί, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο. Όμως «υπέρ φύσιν γίνονται οι άγιοι θεούμενοι», γεννώνται εκ του Θεού, σ’ αυτούς έδωσε ο Θεός εξουσία «τέκνα Θεού γενέσθαι» (σελ. 620-622).

Η θεωρία του ακτίστου Φωτός, που προσφέρει την γνώση του Θεού στον άνθρωπο, είναι κατ’ αίσθησιν και υπέρ αίσθησιν. Οι σωματικοί οφθαλμοί μετασκευάζονται και έτσι βλέπουν το άκτιστο Φως, «το απόρρητον, το απρόσιτον, το άϋλον, το άκτιστον, το θεοποιόν, το αΐδιον», που είναι «η λαμπρότης της θείας φύσεως, η δόξα της θεότητος, η της ουρανίου βασιλείας ευπρέπεια» (σελ. 606). Το Φως αυτό είναι αθέατο στην αίσθηση, εάν δεν μετασκευασθή από το Πνεύμα το Άγιο. «Οράς ως αθέατον ην εκείνο το φως τη αισθήσει μη μετασκευασθείση δια του Πνεύματος;» (σελ. 454). Οι Απόστολοι είδαν το άκτιστο Φως, όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος, του οποίου την διδασκαλία παραθέτει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «τη εναλλαγή των κατ’ αίσθησιν ενεργειών, ην αυτοίς το Πνεύμα ενήργησεν» (σελ. 454).

Η θεωρία του ακτίστου Φωτός και η γνώση που προέρχεται από αυτή είναι όχι μόνον υπέρ την φύσιν και υπέρ την ανθρωπίνην γνώσιν, αλλά κα υπέρ την αρετήν. Η αρετή και η μίμηση του Θεού μας προετοιμάζει προς την θεία ένωση, αλλά αυτήν την απόρρητη ένωση τελετουργεί η Χάρη. «Αρετή μεν γαρ πάσα και η εφ’ ημίν του Θεού μίμησις προς την θείαν ένωσιν επιτήδειον ποιείται τον κεκτημένον, η δε χάρις αυτήν τελετουργεί την απόρρητον ένωσιν» (σελ. 616).

Έτσι η θέωση, που είναι ο σκοπός της πνευματικής ζωής, είναι εμφάνεια, φανέρωση του Θεού στην καθαρή καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η θέα του ακτίστου Φωτός είναι εκείνη που δημιουργεί την πνευματική ευφροσύνη στην ψυχή. Διότι, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, γνώρισμα του Φωτός εκείνου είναι η εγγινομένη στην ψυχή κατάπαυση των μη καλών ηδονών και παθών, των λογισμών ειρήνη και κατάσταση, ανάπαυση και πνευματική χαρά, περιφρόνηση της δόξης των ανθρώπων, ταπείνωση που είναι συνδεδεμένη με απόρρητη αγαλλίαση, μίσος του κόσμου, έρως των ουρανίων, μάλλον δε μόνον του Θεού των ουρανών, θέα του ακτίστου Φωτός έστω κι αν σκεπάση κανείς τα μάτια ή τα εξορύξη (σελ. 634).

Από τα προηγούμενα φαίνεται καθαρά ότι το τέλος της θεραπείας του ανθρώπου είναι η θέα του ακτίστου Φωτός. Επειδή όμως γίνεται λόγος στο κεφάλαιο αυτό περί της θεωρίας νομίζω πως είναι καλό να παρουσιασθή και η διδασκαλία του αγίου ότι υπάρχουν πολλοί βαθμοί θεωρίας. Λέγει ο άγιος ότι της θεωρίας αυτής υπάρχει αρχή και τα μετά την αρχή, που διαφέρουν κατά το αμυδρότερο και το τηλαυγέστερο, δεν υπάρχει όμως τέλος γιατί η πρόοδος αυτής, καθώς επίσης και της εν αποκαλύψει αρπαγής, συνεχίζεται επ’ άπειρον . Γιατί άλλο είναι η έλλαμψη και άλλο η διαρκής θέα του Φωτός και άλλο η θέα των εν τω Φωτί πραγμάτων. Χαρακτηριστικά γράφει ο άγιος: «Της δε θεωρίας ταύτης εστί και αρχή και τα μετά την αρχήν, κατά τε το αμυδρότερον και τηλαυγέστερον διαφέροντα προς άλληλα, τέλος δ’ ουμενούν∙ επ’ άπειρον γαρ η πρόοδος αυτής, ωσαύτως και της εν αποκαλύψει αρπαγής∙ άλλο γαρ έλλαμψις και άλλο διαρκής φωτός θέα, και άλλο των εν τω φωτί πραγμάτων, εν ω και τα μακράν γίνεται υπ’ οφθαλμούς και τα μέλλοντα ως όντα δείκνυται» (σελ. 478). Υπάρχουν λοιπόν βαθμοί θεωρίας και κατ’ επέκταση βαθμοί γνώσεως.

Εικ. από εδώ
Στο σημείο αυτό νομίζω πως είναι καλό να δούμε και την διδασκαλία του οσίου Πέτρου Δαμασκηνού περί των οκτώ πνευματικών θεωριών (Φιλοκαλία Γ’, 32-33). Κατά τον όσιο Πέτρο Δαμασκηνό υπάρχουν οκτώ πνευματικές θεωρίες, δηλαδή οκτώ βαθμοί θεωρίας. Οι επτά πρώτες είναι του αιώνος τούτου, ενώ η ογδόη είναι εργασία του μέλλοντος αιώνος. Πρώτη θεωρία είναι η γνώση των θλίψεων και πειρασμών του βίου τούτου. Δευτέρα θεωρία η γνώση των «ημετέρων πταισμάτων και των του Θεού ευεργεσιών». Τρίτη, η γνώση των δεινών προ του θανάτου και μετά τον θάνατο. Τετάρτη η κατανόηση της διαγωγής του Κυρίου Ιησού στον κόσμο αυτόν και των Μαθητών Του και των άλλων αγίων, δηλαδή τα έργα και λόγια των μαρτύρων και των οσίων Πατέρων. Πέμπτη, η γνώση της φύσεως και της αλλοιώσεως των πραγμάτων. Έκτη, η θεωρία των όντων, δηλαδή η γνώση και η κατανόηση των αισθητών κτισμάτων του Θεού. Εβδόμη, η κατανόηση των νοητών κτισμάτων του Θεού, δηλαδή των αγγέλων. Ογδόη η γνώση του Θεού, δηλαδή η θεολογία.

Επομένως η θεωρία έχει πολλά στάδια και βαθμούς και πολλά προηγούνται για να φθάση κανείς στην θεωρία του ακτίστου Φωτός, που είναι «η καλλονή του μέλλοντος αιώνος», «το βρώμα των επουρανίων». Η μνήμη του θανάτου, που είναι χάρισμα από τον Θεό, η αδιάλειπτη προσευχή, η έμπνευση για να τηρήση κανείς ολοκληρωτικά τις εντολές του Χριστού, η γνώση της πνευματικής μας πτωχείας, δηλαδή η κατανόηση των αμαρτιών και των παθών μας και η ακολουθούσα αυτήν μετάνοια είναι βαθμοί θεωρίας. Όλα αυτά γίνονται με την ενέργεια της θείας Χάριτος. Βέβαια η τελεία θεωρία είναι η θέα του ακτίστου Φωτός, που και αυτή διακρίνεται στην θέα και την διαρκή θέα, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος.

Έτσι η κάθαρση που γίνεται με την Χάρη του Θεού δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να φθάση κανείς στην θεωρία που είναι κοινωνία με τον Θεό, θέωση του ανθρώπου και γνώση του Θεού. Η ασκητική μέθοδος της Εκκλησίας οδηγεί σ’ αυτό το σημείο. Δεν γίνεται με ανθρώπινα κριτήρια και δεν σκοπεύει να κάνη τον άνθρωπο «καλόν καγαθόν», αλλά να τον θεραπεύση τελείως και να αποκτήση κοινωνία με τον Θεό. Όσο ο άνθρωπος βρίσκεται μακράν της κοινωνίας και ενώσεως με τον Θεό, δεν έχει ακόμη επιτύχει την σωτηρία του. Ο ασκούμενος πνευματικά και θεωρών το άκτιστο Φως λέγεται στην γλώσσα των Πατέρων «θεούμενος». Την έκφραση αυτή την χρησιμοποιεί ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και επαναλαμβάνει, όπως είδαμε προηγουμένως, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (σελ. 620).

Η θεραπεία της ψυχής, του νου, της καρδιάς οδηγεί τον άνθρωπο στην θέα του Θεού και τον καθιστά γνώστη της θείας ζωής και αυτή η γνώση είναι σωτηρία του ανθρώπου. [...]

Και:

Βιβλία του π. Ιερόθεου Βλάχου
Η έννοια της αγιότητας και της θέωσης 
H παρεξηγημένη αγιότητα
Πώς ξέρουμε σίγουρα ότι υπάρχει Θεός

Η άμεση γνώση του Θεού από τους ανθρώπους
Βλέποντας το Θεό 

Δεν υπάρχουν σχόλια: